κύπρις

κύπρις
(Cypris). Γένος οστρακωδών της οικογένειας των κυπριδών, το οποίο περιλαμβάνει πολύ μικρά καρκινοειδή των γλυκών νερών. Οι οργανισμοί αυτοί έχουν κεραίες που καταλήγουν σε θύσανο νηματοειδών αποφύσεων, έξι πόδια και σώμα μήκους 0,5-3 χιλιοστών, χωρίς ευδιάκριτες αρθρώσεις, που καταλήγει σε μαλακή ουρά· το όστρακό τους (θυρεός) είναι δίθυρο. Καθώς κολυμπούν, κουνούν πολύ γρήγορα και σπασμωδικά τις κεραίες και τα πόδια τους. Τα αβγά τους είναι πολύ μικρά και έχουν σφαιρικό σχήμα. Οι κ. πραγματοποιούν πολυάριθμες μεταμορφώσεις προτού αποκτήσουν την ώριμη μορφή τους. Διαβιούν ανάμεσα σε υδρόβια φυτά και στην επιφάνεια του πυθμένα. Γνωστότερο είδος του γένους είναι η κ. η μελανή, η οποία συναντάται στα γλυκά νερά της Ελλάδας και όλης της Ευρώπης. Τα απολιθωμένα λείψανα της κ. είναι άφθονα και μάλιστα σχηματίζουν πετρώματα μέσα σε στρώματα γλυκών νερών της τριτογενούς περιόδου του καινοζωικού αιώνα. Στην Ελλάδα έχουν βρεθεί λείψανα του είδους σε νεογενή στρώματα της Αττικής, της Λέσβου και της Θράκης.
* * *
η (Α κύπρις, -ιδος)
ως κύριο όν. ἡ Κύπρις
ποιητικό επίθετο τής Αφροδίτης («Κύπριδα μὲν πρῶτα σχεδὸν οὔτασε χεῑρ' ἐπὶ καρπῷ» Ομ. Ιλ.)
νεοελλ.
ζωολ. στάδιο προνυμφικής ανάπτυξης τών γνήσιων θυσανόποδων καρκινοειδών που ακολουθεί τα έξι στάδια τού ναυπλίου
αρχ.
1. (για ωραία κοπέλα) αυτή που έμοιαζε ως προς το κάλλος με την Αφροδίτη
2. ερωτικό πάθος, έρωτας («οἴνου δὲ μηκὲτ' ὄντος οὐκ ἔστιν Κύπρις», Ευρ.)
3. κυπρισμός*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Κύπρος, λόγω τού ότι εκεί λατρεύθηκε αρχικά η Αφροδίτη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κύπρις — a Venus fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Οἴνου δὲ μηκέτ’ ὄντος, οὐκ ἔστι Κύπρις. — οἴνου δὲ μηκέτ’ ὄντος, οὐκ ἔστι Κύπρις. См. Где голодно, тут и холодно …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Киприда — (Κυπρίς или Κυπρία) прозвище Афродиты, называемой так по острову Кипру, который считался ее любимым местопребыванием. Здесь, преимущественно в городах Пафе и Амафунте и на горе Идалии, особенно процветал культ Афродиты …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Κύπρι — Κύπρις a Venus fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύπριδα — Κύπρις a Venus fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύπριδας — Κύπρις a Venus fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύπριδι — Κύπρις a Venus fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύπριδος — Κύπρις a Venus fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύπριν — Κύπρις a Venus fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καρκινοειδή — Φύλο που περιλαμβάνει υδρόβιους, κυρίως θαλάσσιους οργανισμούς· σύμφωνα με άλλους συστηματικούς ζωολόγους, τα κ. συνιστούν υποφύλο του φύλου των αρθροπόδων. Αρκετά κ. κολυμπούν, άλλα βαδίζουν στον βυθό ή είναι προσκολλημένα σε αυτόν. Η αναπνοή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”